top of page

Ηθική αντιμετώπιση των ψαριών

Εικόνα συγγραφέα: Vegan Life Vegan Life

Στο παρόν δοκίμιο θα συζητήσω την προβληματική γύρω από την ένταξη των ψαριών στην ηθική κοινότητα με βάση συγκεκριμένα κριτήρια, όπως είναι αυτά των σύνθετων γνωστικών λειτουργιών και της ικανότητας αίσθησης πόνου.


Στόχος μου είναι να υποστηρίξω ότι τα ψάρια, όπως και κάθε άλλο ον που είναι προικισμένο με την ικανότητα αίσθησης πόνου και απόλαυσης, έχουν αναφαίρετο δικαίωμα να μην γίνονται αντιληπτά ως μέσα για την επίτευξη σκοπών άλλων, άσχετα με τις γνωστικές λειτουργίες που αυτά τυχόν διαθέτουν.



Κατ’ αρχάς, για να μπορέσω να θέσω τη συζήτηση σε σωστό πλαίσιο, οφείλω να επισημάνω ένα ιδιαίτερα προβληματικό γεγονός που πρέπει να λάβουμε υπόψιν μας στη συγκεκριμένη συζήτηση: τον χαρακτηρισμό περίπου 28.000[1] διαφορετικών ζώων ως ψάρια. Τα ζώα αυτά, όπως είναι λογικό, παρουσιάζουν ιδιαίτερες διαφορές μεταξύ τους σε κάθε σχεδόν τομέα[2], όπως είναι το περιβάλλον στο οποίο ζουν, ο τρόπος με τον οποίο αναπαράγονται, το μέγεθος και η ανατομία του σώματός τους και πολλά ακόμη. Συνεπώς, η εξαγωγή γενικών συμπερασμάτων που να αφορούν όλα αυτά τα τόσο διαφορετικά μεταξύ τους ζώα, από τη μελέτη ελάχιστων και μόνο ειδών, φαντάζει υπέρ του δέοντος ριψοκίνδυνη. 


Όσον αφορά τώρα στη συζήτηση γύρω από την ένταξη ή μη των ψαριών στην ηθική κοινότητα, αυτή περιστρέφεται κυρίως γύρω από δύο άξονες, ανάλογα τα ιδιαίτερα κριτήρια που τίθενται από τον/την κάθε φιλόσοφο. Οι άξονες αυτοί είναι η ικανότητα αίσθησης πόνου (ή και απόλαυσης) και οι σύνθετες γνωστικές λειτουργίες.


Πιο συγκεκριμένα, αναφορικά με το παραπάνω, ο ηθικός φιλόσοφος Peter Singer που ακολουθεί την ωφελιμιστική παράδοση, θέτει ως κριτήριο ένταξης στη σφαίρα ηθικού ενδιαφέροντος –και άρα στον υπολογισμό των συμφερόντων του ατόμου, την ικανότητα αίσθησης πόνου[3][4], την οποία φαίνεται να αναγνωρίζει και στα ψάρια, αφού όμως επισημαίνει και ο ίδιος το ιδιαίτερο μέγεθος και την ποικιλομορφία της κατηγορίας αυτής[5]. Παρόλα αυτά, και με μία δεύτερη διάκριση που κάνει, εντάσσει τα ψάρια στην κατηγορία των μη προσώπων, βάσει της πεποίθησης ότι αυτά δεν έχουν αυτεπίγνωση και διαχρονική επίγνωση του εαυτού, και έτσι κρίνει τη θανάτωσή τους δυνητικά ηθική στην περίπτωση που αυτή ωφελεί τον ωφελιμιστικό υπολογισμό και γίνεται χωρίς την πρόκληση πόνου σε αυτά[6].


Από την άλλη πλευρά, ο ηθικός φιλόσοφος Tom Regan, αναγνωρίζει, διευρύνοντας την καντιανή παράδοση, σε κάθε ον που έχει σύνθετες γνωστικές λειτουργίες (μνήμη, μάθηση, αυτεπίγνωση, ικανότητα αίσθησης της διαχρονικότητας, συνείδηση) το αναφαίρετο δικαίωμα στο να μη γίνεται αντιληπτό ως μέσο. Και παρόλο που, όπως φαίνεται, στα πρώτα χρόνια της έρευνάς του εντάσσει σε αυτά τα όντα (τα ονομάζει υποκείμενα ζωής[7]) μόνο τα ανώτατα θηλαστικά, με τα χρόνια διευρύνει την κατηγορία αυτή, εντάσσοντας εν τέλει και σαφώς και τα ψάρια[8]. Παρόλα αυτά, ακόμη και με τη  μετατόπισή του αυτή, γίνεται αισθητό το προβληματικό πλαίσιο της αναζήτησης των σύνθετων γνωστικών λειτουργιών στα ψάρια αλλά και σε κάθε άλλο ζώο. Όπως, άλλωστε, καθιστά σαφές ο Allen[9], έννοιες  που πρέπει να μελετήσει κάποιος για να εξάγει σχετικά συμπεράσματα, όπως είναι η συνείδηση, δεν έχουν καν σαφή και διυποκειμενικά αποδεκτό ορισμό.

Τέλος, όπως υποστηρίζει ο φιλόσοφος του δικαίου Gary Francione, τα ψάρια, όπως και κάθε άλλο ζώο, έχουν εγγενή αξία[10] που καθιστά ανήθικη τη μεταχείρισή τους ως μέσα για τους σκοπούς άλλων, εφόσον είναι σημαντικά το καθένα έστω και μόνο για τον ίδιο του τον εαυτό. Το κριτήριο για την ένταξη κάποιου στην ηθική κοινότητα είναι σαφώς και μόνο η ικανότητα αίσθησης πόνου και άρα, εφόσον οι περισσότερες έρευνες δείχνουν ότι τα ψάρια είναι προικισμένα με αυτή την ικανότητα, δεν μπορούν παρά να είναι εξίσου και αδιαπραγμάτευτα σημαντική η ζωή τους όσο και κάθε άλλου ατόμου που έχει το ίδιο χαρακτηριστικό. Παρόλα αυτά, όπως ο Francione υποστηρίζει, ακόμα και αν έχουμε κάποιες αμφιβολίες για την ικανότητα αίσθησης πόνου κάποιου ατόμου (όχι τόσο για τα ψάρια, όσο λ.χ. για κάποια μαλάκια ή έντομα) αυτό δεν σημαίνει πως δικαιούμαστε να το μεταχειριζόμαστε σαν να μην αισθάνεται: και μόνο η πιθανότητα να πονά, είναι αρκετή για να μας ενδιαφέρει πώς θα του φερθούμε.


Μετά από αυτή τη σύντομη αναφορά στις ιδέες τριών από τους σημαντικότερους σύγχρονους φιλοσόφους για τα ζώα, κρίνω πως η χρήση της ικανότητας αίσθησης πόνου είναι και αυτή που πρέπει να λάβουμε υπόψιν μας για να δεχτούμε ή όχι τη συμμετοχή ενός όντος στη σφαίρα του ηθικού μας ενδιαφέροντος. Για να υποστηρίξω τη θέση μου αυτή, θα εξετάσω αναλυτικότερα κάποια από τα προβλήματα που εντοπίζω στην αντίπαλη θέση: αυτή του κριτηρίου των σύνθετων γνωστικών λειτουργιών που χρησιμοποιεί κυρίως ο Regan και εμμέσως και ο Singer στις ηθικές τους θεωρίες.


Κατά πρώτον, οι γνωστικές λειτουργίες φαίνεται να αποτελούν μία ιδιαίτερα ευρεία κατηγορία ικανοτήτων, ανάμεσα στις οποίες είναι και η συνείδηση, αλλά και η αυτεπίγνωση ή και η επίγνωση της διαχρονικότητας του εαυτού (μνήμη και προβολή επιθυμιών στο μέλλον). Οι λειτουργίες αυτές φαίνεται να είναι ιδιαίτερα σύνθετες και δύσκολες στον ορισμό τους αλλά ακόμα και στη μελέτη τους[11].


Κατά δεύτερον, όπως αναφέρει και ο Allen, ιδιαίτερα στην περίπτωση των ψαριών, ο πειραματισμός για την αναζήτηση τέτοιων (αλλά και απλούστερων) λειτουργιών σε αυτά, φαίνεται από δύσκολος έως και ανέφικτος. Αυτό συμβαίνει γιατί, αρχικά, η μελέτη μας περιορίζεται σε πολύ λίγα και συγκεκριμένα είδη, ενώ γίνεται σε μεγάλο βαθμό σε ελεγχόμενο περιβάλλον εργαστηρίου, το οποίο επηρεάζει ιδιαίτερα και τα πιθανά αποτελέσματα (κυρίως δε για τη μελέτη γνωστικών λειτουργιών, το φτωχό περιβάλλον ενός ενυδρείου παίζει εμφανή ρόλο στην εξέλιξή τους κατά το μεγάλωμα του ζώου).


Κατά τρίτον, τα αποτελέσματα τα οποία αναζητούμε να ανακαλύψουμε κατά τον πειραματισμό μας, είναι σαφώς επηρεασμένα από την ανθρωποκεντρική –και ευρύτερα «θηλαστικοκεντρική» μας θεώρηση για τον κόσμο[12]. Έτσι, αναζητούμε συχνά να βρούμε λ.χ. την αυτεπίγνωση στην ικανότητα αντίληψης  του εαυτού ενός ατόμου σε έναν καθρέφτη ή τη συνείδηση στις διακριτές καταστάσεις ύπνου και αφύπνισης, χωρίς να έχουμε κατά νου την πιθανότητα τα παραπάνω να μην ισχύουν με τον ίδιο τρόπο σε άλλα όντα που, όπως τα ψάρια, έχουν τελείως διαφορετική ανατομία από τη δική μας.


Κατά τέταρτον, ακόμη και η αναζήτηση χαρακτηριστικών όπως αυτά της αυτεπίγνωσης, της συνείδησης και της αίσθησης της διαχρονικότητας φαίνεται εξορισμού ανθρωποκεντρική. Παρότι λοιπόν στους περισσότερους ανθρώπους τα συγκεκριμένα λαμβάνουν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στον τρόπο που αλληλοεπιδρούν με τον εαυτό τους και τον κόσμο, δεν είναι απαραίτητο να ισχύει κάτι τέτοιο και για άλλα ζώα, όπως είναι τα ψάρια. Όπως για ένα ψάρι είναι ιδιαίτερα σημαντικό, λ.χ. το να βρίσκεται στο νερό έτσι ώστε να μπορέσει να ζήσει[13], ενώ για εμάς κάτι τέτοιο θα οδηγούσε στη λήξη της ζωής μας, μπορεί αντίστοιχα και άλλες λειτουργίες που για εμάς είναι σημαντικές για αυτά να μην είναι ιδιαίτερα ανεπτυγμένες γιατί δεν τους χρειάζονται, και το αντίστροφο.


Κατά πέμπτον, και για μένα σημαντικότερο, η αποδοχή και μόνο των σύνθετων γνωστικών λειτουργιών ως κριτήρια για την ένταξη ή μη στην ηθική κοινότητα (ή και την ένταξη σε χαμηλότερο επίπεδο ενδιαφέροντος σε αυτή) φαντάζει έως και απειλητική και εντός του ίδιου του ανθρώπινου είδους. Όπως άλλωστε ο ίδιος ο Singer υποστηρίζει σαφώς, ένας άνθρωπος με κάποια βαριά νοητική πάθηση ή ένα μικρό παιδί δεν μπορούν να θεωρηθούν πρόσωπα[14], και άρα, αν χρειαστεί για να μεγιστοποιήσουμε την ωφέλεια και εφόσον αποφύγουμε κατά το δυνατόν την πρόκληση πόνου σε αυτούς, μπορούμε τυχόν να τους θανατώσουμε.  Με παρόμοιο τρόπο, μπορούμε να κάνουμε το ίδιο και με τα ψάρια, αφού βέβαια, όπως και με τους προηγούμενους, λάβουμε πρώτα υπόψιν κατά ίσο τρόπο τα συμφέροντά τους. Είμαστε όμως πράγματι σε θέση να γνωρίζουμε τα συμφέροντα και τις επιθυμίες των ψαριών ή των παιδιών έτσι ώστε να μπορούμε να αποφασίσουμε εάν και για πόσο ωφελούνται από το να συνεχίσουν να ζουν; Ακόμα, μπορούμε πραγματικά να έχουμε ίσο υπολογισμό των συμφερόντων όταν βρισκόμαστε εξ αρχής σε άνιση κατάσταση –με τα μη ανθρώπινα ζώα και τους ανθρώπους με μειωμένες γνωστικές λειτουργίες να αδυνατούν να μετέχουν στο διάλογο που τους αφορά;


Η παραπάνω προβληματική με οδηγεί σαφώς στο να υποστηρίξω τη θέση του Francione, θέτοντας, έτσι, τις γνωστικές λειτουργίες εκτός του ηθικού ενδιαφέροντος, εφόσον ούτε μπορούν να μελετηθούν επαρκώς, ούτε έχουν λόγο να καθορίσουν το αν και κατά πόσον δικαιούται ένα άτομο να χρησιμοποιείται ως μέσο ή όχι, να βασανίζεται ή όχι συνεχίσει να ζει ή όχι.

Κατά συνέπεια, το ενδιαφέρον πλέον αξίζει να μετατοπιστεί στην ικανότητα αίσθησης πόνου από τα ψάρια για να μπορέσει έτσι να υποστηριχθεί η παραπάνω θέση.


Αρχικά, όπως φαίνεται από μία ποικιλία ερευνών[15], τα ψάρια δείχνουν  να ανταποκρίνονται με τρόπο παρόμοιο με αυτό των άλλων ζώων σε πιθανή πρόκληση πόνου, μειώνοντας την κατανάλωση της τροφής που προσλαμβάνουν, χάνοντας το ενδιαφέρον τους για αντικείμενα που θα τους το τραβούσαν υπό άλλες συνθήκες, αλλά και ανακτώντας την ενεργητικότητα και τη διάθεσή τους με τη χορήγηση παυσίπονου. Παρόλα αυτά, για αρκετούς ερευνητές και ερευνήτριες, και ιδιαίτερα εξαιτίας των ανατομικών διαφορών του εγκεφάλου κάποιων ψαριών από αυτόν άλλων ζώων, το ενδιαφέρον φαίνεται να μετατοπίζεται στο αν και κατά πόσον τα ζώα αυτά πράγματι αντιλαμβάνονται τον πόνο και έχουν συνείδηση της χειροτέρευσης της κατάστασής τους ή όχι[16]. Έτσι, γυρνάμε πάλι πίσω στο, ιδιαίτερα προβληματικό, ζήτημα της μελέτης της συνείδησης και της αυτεπίγνωσης αλλά και σε ό,τι αυτό συνεπάγεται.


Για να ξεφύγουμε από αυτό τον μάλλον ανώφελο προβληματισμό, έχει σημασία να κοιτάξουμε με ένα μάλλον πιο απλό μάτι το ζήτημα του πόνου στα ψάρια –και όχι μόνο. Αξίζει ίσως να παρατηρήσουμε τις αντιδράσεις τους όταν αυτά αγκιστρώνονται ή αλιεύονται με δίχτυα: είναι φανερό σε κάθε άνθρωπο που έχει βρεθεί μπροστά σε μία τέτοια σκηνή ότι τα ψάρια προσπαθούν, όπως μπορούν, να ξεφύγουν από αγκίστρια και δίχτυα αλλά και να βουτήξουν ξανά στο νερό. Μία τέτοια παρατήρηση, νομίζω, αρκεί για να καταστεί σαφές ότι τα ψάρια, όπως και σχεδόν κάθε άλλο ζώο, έχουν προτιμήσεις, και αυτές αφορούν στην αποφυγή του πόνου και την επιδίωξη της απόλαυσης –την αποφυγή του αγκιστριού και την επιδίωξη της συνέχισης της ζωής.


Ακόμη, μία σημαντική παρατήρηση αναφορικά με το παραπάνω, είναι αυτή που κάνει ο Francione[17], ο οποίος υποστηρίζει ότι στην πραγματικότητα, όταν μιλάμε για αίσθηση πόνου δεν μπορούμε με κανέναν τρόπο να γνωρίζουμε αν αυτή είναι πραγματικά ίδια στο άλλο άτομο και σε εμάς. Όπως αναφέρει, το γεγονός ότι ο σκύλος του νιώθει πόνο και επιδιώκει να αποφύγει να νιώσει πόνο, είναι κάτι φανερό. Το αν όμως ο πόνος αυτός ταυτίζεται με αυτόν που θα ένιωθε ο ίδιος ή ακόμη με τον πόνο που νιώθει κάποιος άλλος άνθρωπος ο οποίος δηλώνει σε μια γλώσσα που γνωρίζουμε ότι νιώθει πόνο, αυτό δεν σημαίνει ότι μπορούμε να έχουμε ασφαλή γνώση για το αν ως πόνο οι δύο αυτοί άνθρωποι και ο σκύλος αντιλαμβάνονται το ίδιο ακριβώς πράγμα. Εν τέλει, όπως καταλήγει, έχει μικρή ή και καθόλου σημασία το αν νιώθουμε ίδια τον πόνο εμείς και τα άλλα ζώα. Η ουσία είναι ότι νιώθουμε πόνο και ότι δείχνουμε με τις αντιδράσεις μας ότι αυτό είναι κάτι που επιθυμούμε να αποφύγουμε. Κάτι τέτοιο, όπως ανέφερα και πιο πάνω, είναι αισθητό και στα ψάρια, και αυτό αρκεί για να μας ενδιαφέρει να μην τους προκαλούμε πόνο.


Παρόλα αυτά, και αν συνεχίζουμε να έχουμε την αμφιβολία για το αν και κατά πόσον κάποια ζώα, όπως τα ψάρια, πονούν, θα πρέπει ίσως να ενδιαφερθούμε για αυτά ακόμα και αν είναι απλώς  πιθανό να έχουν αυτή την ικανότητα, όπως  προτείνεται από τον Francione να κάνουμε και για τα έντομα ή και τα μαλάκια[18].  Αντίστοιχα, με παρόμοιο τρόπο θεωρούμε κοινωνικά ότι είναι το ηθικά ορθό να φερθούμε σε ανθρώπους που δεν γνωρίζουμε με σιγουριά αν και κατά πόσον αντιλαμβάνονται όσα τους συμβαίνουν. Κάτι τέτοιο, συνεπώς, μπορεί να αποτελέσει πυξίδα για την αντιμετώπιση και άλλων ζώων που, παρόλο που ανήκουν σε άλλο είδος, έχουν κοινά χαρακτηριστικά με κάποιους ανθρώπους. Κατά συνέπεια, ίσως αξίζει να σταματήσουμε να διαχωρίζουμε την ιδανική ηθική συμπεριφορά απέναντι σε ένα άτομο με μόνο γνώμονα το είδος, και να αρχίσουμε να αναγνωρίζουμε τα θετικά στοιχεία της υιοθέτησης μίας συνολικής θεώρησης που αντιμετωπίζει κάθε ξεχωριστό πλάσμα ως άξιο για ζωή, ακόμα και σε περιπτώσεις που είναι αβέβαιο το αν και κατά πόσον το ίδιο αντιλαμβάνεται όσα του συμβαίνουν.


Καταλήγοντας, θεωρώ ότι η πιο πειστική και συνεπής άποψη αναφορικά με το ζήτημα των ψαριών και της ηθικής αντιμετώπισής τους είναι αυτή του Gary Francione[19], ο οποίος αρνείται ρητά την οποιαδήποτε χρήση τους ως μέσα από τους ανθρώπους και υποστηρίζει την ολική κατάργηση της αντιμετώπισης αυτών, όπως και κάθε άλλου ζώου (ανθρώπινου ή μη) σαν όντα που υπάγονται σε ιδιοκτησιακό καθεστώς[20] και άρα αποτελούν εκμεταλλεύσιμους πόρους. Η θέση αυτή, μου φαίνεται ιδιαίτερα ελκυστική,  γιατί είναι ίσως η μόνη που μπορεί πραγματικά να οδηγήσει σε μία πιο δίκαιη και ηθική αντιμετώπιση των ατόμων και εντός της ανθρώπινης κοινωνίας, αφού δεν δέχεται με κανέναν τρόπο την οποιαδήποτε διαβάθμιση ή διάκριση με βάση τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάποιου. Άλλωστε, όπως έγινε αισθητό και από τα παραπάνω, ακόμα και η επιδίωξη της ανακάλυψης για το αν και κατά πόσον το κάθε ζώο έχει κάποιες  γνωστικές  ικανότητες, ειδικά στην περίπτωση όσων δεν μπορούν να επικοινωνήσουν γλωσσικά τα όσα αισθάνονται και σκέφτονται, είναι έως και αδύνατη, και άρα είναι επισφαλές κριτήριο για κάτι τόσο σοβαρό όπως είναι η πρόκληση πόνου και η θανάτωση ενός ατόμου. Τέλος, κρίνω πως μία τέτοιας μορφής απόλυτη καταργητική προσέγγιση απέναντι σε κάθε μορφής χρήση ανθρώπινων ή μη ατόμων που έχουν (ή πιθανά έχουν) την ικανότητα αίσθησης πόνου και απόλαυσης είναι η καλύτερη επιδίωξη για μία κοινωνία με σαφή προσανατολισμό προς την δικαιοσύνη, την ισότητα και το σεβασμό στην αυτοδιάθεση του κάθε ατόμου, το οποίο αναγνωρίζεται ως άξιο για ζωή απλώς και μόνο γιατί το ίδιο είναι σημαντικό για τον εαυτό του, είτε αυτό είναι ανθρώπινο παιδί, είτε είναι σκύλος, είτε είναι ψάρι.

 

Σύνταξη: Έλλη Στούρνα

[Το παρόν δοκίμιο συντάχθηκε το 2017 στο πλαίσιο του προπτυχιακού μαθήματος «Φιλοσοφία της Βιολογίας» στο Τμήμα Ιστορίας και Φιλοσοφίας του ΕΚΠΑ υπό τον διδάσκοντα Σταύρο Ιωαννίδη. Ο αρχικός του τίτλος ήταν «Οι σύνθετες γνωστικές λειτουργίες και η ικανότητα αίσθησης πόνου ως κριτήρια ένταξης των ψαριών στην ηθική κοινότητα.»

 

Βιβλιογραφία:

Allen, C., 2013. Fish Cognition and Consciousness. Agricultural and Environmental Ethics, Τόμος 26, pp. 25 - 39.

Francione, G., 2007. Introduction to animal rights: your child or the dog?. 2nd επιμ. Philadelphia: Temple University Press.

Francione, G., 2008. Animals as Persons: essays on the abolition of animal exploitation. New York: Columbia University Press.

Francione, G., 2010. Singer's position on fish is fishy. [Ηλεκτρονικό] Available at: http://www.abolitionistapproach.com/singers-fish-position-is-fishy/#.WLXe1W-LTIU[Πρόσβαση 19 2 2017].

Francione, G. & Charlton, A., 2016. Eat like you care: an examination of the morality of eating animals. s.l.:Exempla Press.

Hymers, J., 1999. Not a Modest Proposal: Peter Singer and the Definition of Person. Ethical Perspectives, Τόμος 6, pp. 126 - 138.

Nelson, J., 2006. Fishes of the world. 4th επιμ. Edmonton: John Wiley & sons Inc..

Regan, T., 2003. Animal rights, human wrongs: an introduction to moral philosophy. Lanham: Roman & Littlefield Publishers, Inc.

Rose, J. D. και συν., 2012. Can fish really feel pain?, s.l.: Blackwell Publishing Ltd.

Singer, P., 2010. Fish: the forgotten victims on our plate. [Ηλεκτρονικό] Available at: https://www.theguardian.com/commentisfree/cif-green/2010/sep/14/fish-forgotten-victims[Πρόσβαση 20 February 2017].

Singer, P., 2011. Practical Ethics. 3rd επιμ. New York: Cambridge University Press.

Steiner, G., 2010. Anthropocentrism and its discontents. Pittsburgh: Universiy of Pittsburgh Press.

Višak, T. & Garner, R., 2016. The ethics of killing animals. New York,: Oxford University Press.


[1]Για την ακρίβεια, 27.977 έως το 2006 (Nelson, 2006, p. 3).

[2] (Allen, 2013)

[3] (Steiner, 2010, p. 4)

[4] Μεταφράζω τον όρο sentience (αντίστοιχα, sentient: προικισμένο με την ικανότητα αίσθησης πόνου) με βάση τις υποδείξεις του καθηγητή Στέλιου Βιρβιδάκη.

[5] (Singer, 2011, pp. 100 - 103)

[6] (Singer, 2010) και (Francione, 2010)

[7] Μεταφράζω τον όρο subjects-of-a-life

[8] (Regan, 2003)

[9] (Allen, 2013)

[10] (Francione & Charlton, 2016) και (Francione, 2007)

[11] (Singer, 2011)

[12] (Allen, 2013)

[13] (Francione, 2007, pp. 140 - 141)

[14] (Singer, 2011)

[15] (Allen, 2013) και (Francione & Charlton, 2016)

[16] (Rose, et al., 2012)

[17] (Francione, 2007, pp. 6-7)

[18] (Francione & Charlton, 2016)

[19] (Francione, 2007)

[20] (Francione, 2008)

 
 
 

Comments


bottom of page